Παρασκευή 27 Απριλίου 2007

ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝ και οι λέξεις του ενός...

ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝ

και οι λέξεις του ενός...

Οι καιροί θ αλλάξουν

όπως άλλαξαν τόσα και τόσα.

Όμως εσύ δε θάσαι εδώ.

Τα πρόσωπα που βλέπεις στο δρόμο-

με τα μικρά τους παραμύθια παραμάσχαλα

και τους δισταγμούς

και το μανίκι του λύκου,

λίγο πιο λύκος ο ένας απ τον άλλο-

έχουν κουβάρι το δρόμο μέσα τους,

ξεχασμένα παιδιά

τσαλακωμένες φωτογραφίες του τότε

μόλις χτεσινές συντροφιές,

δρόμος για τα χαμένα

γιατί πάντα πρέπει να λες:

Πριν 10 χρόνια ήμουν εκεί

Πριν 20 γνώρισα αυτόν

Πριν 30...

Φαντάζομαι να φτάσω

να κουβαλάω τα χρόνια μου λυτρωτικά

με διαδρόμους

στο παιδί

στο γέλιο

στα λάθη

στις οδυνηρές μνήμες

στον έρωτα

όχι μαρτυρικά.

Θ αλλάξει ο κόσμος.

11/9/1993

ΩΡΕΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΘΕΩΝ

Ώρες αρχαίων θεών

Με τη θωριά του ανέμου και της ομορφιάς των λιμνών

Τυλίξτε με τώρα και λύστε τα μέλη μου

Που στα ανθρώπινα μέτρα αναστενάζουν.

Τρίτη 24 Απριλίου 2007

Πέρα απ τη μία λεύκα

Πέρα,

απ τη μία λεύκα

τη σκοτεινή θάλασσα

οι αναμνήσεις του καλοκαιριού

που θάρχονται αιώνες μετά

να με κρατάνε ξύπνιο,όπως τώρα,

σ εκείνο το έρεβος τα ουρανού

που απελπισμένα όλοι θα ψάχνουμε

μια σταγόνα φως

μια μπύρα κι ένα τσιγάρο

ένα λόγο γεμάτο μάτια και χείλη

στιγμές αιώνιες

πεινασμένες και κάθιδρες

στη ράχη πάντα του φεγγαριού

κρυμμένου πίσω από μία λεύκα

μια θάλασσα σκοτεινή

μια ανάσα για ζωή

πριν την αυγή.


Παρασκευή 20 Απριλίου 2007

Ναυαγός σε κάλυκα

-Κάποτε με πέταξαν στη θάλασσα!

-Και μετά σε τύλιξαν οι αιώνες;

-Όχι, νύχτωσε-ξημέρωσε, μέρες επτά!

-Και μετά σε ξαναγέννησε ο ύπνος;

-Όχι, απρόθυμος ναυαγός σε κάλυκα έμεινα

Κλειστός, συζητώντας με την κίνηση

-ναι- του αφρού-αυτή την αλλοπρόσαλλη.

-Και μετά, τα χρόνια του επτά, του εικοσιένα, του σαρανταεννέα…

-Αυτή η νύχτα του νου δεν έχει τελειωμό

Μάζεψα φίλους-αιωρούμενες σταγόνες-

Με στιλπνά γοβάκια οι πιο πολλές

Και παίξαμε παιχνίδια με το φως,

Αρραβώνες του σκότους άλλοτε ή πολύχρωμα τόξα της σιωπής

Στις πιο βαθιές εκστάσεις

-Μέσα εσύ, έξω αυτές

-Ξεχάστηκα στην τόση κίνηση,

Πού μυαλά να θυμηθείς τη φυλακή

(μετά την πλάκα του, ο καπετάνιος μάζεψε ξανά τους κάλυκες

-τελικά δεν ήμουν ο μόνος-

περίμεναν κι άλλοι στη σειρά,

άκοντες όλοι).

07-06-2005