Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2007

Θα ξεφύγουμε.Μέσα μας είναι ο πόλεμος




Τα σύννεφα μαύρισαν τον ουρανό.
Ο άνδρας που έστεκε όρθιος στην άκρη του βράχου,άγγιξε με μια ανάλαφρη κίνηση
το χέρι που τον περίμενε.

Θα βρέξει.Η ζωή μας.Φοβάμαι.
Πότε θα γυρίσουμε;

Ο πόλεμος αυτός είναι παντού.Δεν θα ξεφύγουμε.

Θυμάμαι,νύχτα του '63.Βάλαμε το ραδιόφωνο να παίζει.Είμασταν όλοι εκεί.
Οι μεγάλοι έλπιζαν,περίμεναν κάτι άλλο.Άνοιγες εκείνα τα στρογγυλά σου μάτια,
που αργότερα στένεψαν,και ρουφούσες εικόνες και λέξεις.
Μετά κοιμηθήκαμε όλοι μαζί σ' εκείνα τα δυο δωμάτια.Για σένα ήταν γιορτή.
Μια ξεχωριστή μέρα ανεξάρτητα απ'το ποιός κέρδισε ή έχασε.Εσύ ήσουν ο κερδισμένος.
Από τότε πολλές φορές κάναμε βόλτα το ραδιόφωνο απ΄το ένα σπίτι στο άλλο.
Οι καιροί άλλαξαν.Ήταν πια επικίνδυνο νάμαστε μαζεμένοι γύρω του.

Θα ξεφύγουμε.Μέσα μας είναι ο πόλεμος.

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2007

one more coffee?

Τί σε ζέστανε τόσο
γλυκόπικρε καφέ μου;
Το άψυχο κύμα του ήλεκτρου
ή τα μάτια
που σε πρόσεχαν
να μη χυθείς;

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2007

Έλεος








Μη λυπάσαι πια.

Α-ίδιο το πάθος του ανθρώπου που
φύσει ορέγεται του πάσχειν
ευτυχώς όχι και του ειδέναι.
Τι θ΄άξιζε μια ζωή χωρίς θεούς
που παίζουν στην ανθρώπινη φύση
κορώνα γράμματα την δική τους φύση;
Τι θ΄άξιζε μια ζωή λυμμένο αίνιγμα;
Μόνο τρεις λέξεις θαυμάζω
ΔΡΑΜΑ-ΑΙΝΙΓΜΑ-ΜΥΣΤΗΡΙΟ
Μα καμμιά δεν αξίζει όσο το ΕΛΕΟΣ.

Τρίτη 3 Ιουλίου 2007

Πάντα στο θάνατό μας παίρνουμε τα βουνά





Πάντα στο θάνατό μας παίρνουμε τα βουνά



Πάντα σέρνουμε τη σιωπή πίσω μας



σαν ξεραμένο χόρτο του καλοκαιριού



Οι γιορτές τελειώσαν από χρόνια



Κοιμόμαστε ως συνήθως



Ξυπνάμε ως συνήθως



Που και που θυμόμαστε να πεθάνουμε



και παίρνουμε τα βουνά.



Οι αγάπες που μας δοκίμασαν



μας άφησαν ενθύμιο τη νύχτα τους



Το τραγούδι τώρα ρηχό



Οι φίλοι δεμένοι πισθάγκωνα



το πρόσωπό σου,το πρόσωπό σου



βροχή από ξένες στιγμές.



Που και που θυμόμαστε να πεθάνουμε



και παίρνουμε τα βουνά.



Ποιός νάξερε ότι τα τρελλά μας ταξίδια



οι ατίθασοι έρωτες



τα καλοκαίρια που φεύγαμε μόνοι στον κόσμο



οι χειμώνες που δεν μαζευόμασταν πουθενά



Ποιός νάξερε



ότι θα κρατούσαν τόσο λίγο



ότι θ'αφευγαν τόσο μουλωχτά και δόλια



Που και που θυμόμαστε να πεθάνουμε



και παίρνουμε τα βουνά.







Παίρνουμε ότι μας έχει απομείνει



τις μνήμες,



τα διαλυμμένα όνειρα,



και ξεφορτώνουμε



ξεφορτώνουμε με τις ώρες τα μπάζα μας



Μ.Π

Τρίτη 19 Ιουνίου 2007

Δεν φεύγω


Δεν τελειώνει τίποτα
όσα τέλος κι αν περάσουν
ψεύδος το όμορον,το σύνορον
άνευ όρων και ορίων
θα ζει μετά από μένα
μια πνοή έρωτα,αήθης,
γέννημα ίσως παρανοίας
αλόγων αισθημάτων και κρυφίων πόθων.
Τότε,όπως και τώρα,θα μάχομαι
τις δυνάμεις του άλλου κόσμου
με λόγους εξιλέωσης,ειρήνης και αχρόνου
μνείας.
Ποιος δύναται ν΄αντισταθεί στα χίλια μοτέρ
τ΄ουρανού
και στις γλυκές σταγόνες
νηδύμου ανομολόγητου ύπνου;

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2007

Νέκυια


Ήθελε να νικήσει
χωρίς να κινήσει ούτε ένα βήμα το στρατό του.
Τους περίμενε μόνος.
Τα πνεύματα του κακού πλησίαζαν.
Σε απόσταση αναπνοής κράτησε τα μάτια ανοιχτά,
και τότε κόλλησε τη μύτη του στο πετσί της τύχης.
Οι άλλοι πάνοπλοι
αλλά με το φόβο στις κλειδώσεις
πήραν να κυκλώνουν το σώμα του,
γρήγορα γίνανε θύελλα
κλαγγή σιδήρου και ξαφνικά
και ξαφνικά μεταμορφώθηκαν σε μοιρολογήτρες
που ρουφούσαν στις μαύρες φούστες τους
το νεκρό
νεκρός όμως δεν υπήρχε,
άκουγες από μακριά.

Κυριακή 10 Ιουνίου 2007

Φτειάχνουν σκιές


Φτειάχνουν σκιές

και τις ακολουθούμε
τα πεινασμένα μυαλά μας.
Κι όσο το φως λιγοστεύει
και οι γραμμές θαμπώνουν
τόσο πιο πολύ μας αρέσει.
Αυτός ο άλλος κόσμος
που μας γεννάει
και μετά μας ζητάει τα ρέστα
για μας είναι πια οικείος.

Σάββατο 9 Ιουνίου 2007

Λίγο πριν φύγεις,όλα είναι όμορφα


Την άλλη μέρα,
για τρεις χιλιάδες χιλιόμετρα
θα σκέφτεσαι εκείνο το 'γεια'
που έμεινε μισό
που είπε τα πάντα και τίποτα.
_Αλκυονίδες του καλοκαιριού_
για χιλιάδες μίλια θα τρέχω πίσω σας,
εικόνα θλιμμένη
στ' άνυδρα χωράφια και τις στέππες,
στις όξινες πληγές,
στις αλμυρές λίμνες,
στα υγροσκότεινα τοπία.
Θα θυμάσαι;
να γυρίσεις πίσω
για μια ματιά ακόμη
για ένα λόγο δύσκολο,μετέωρο
που βγαίνει από ιδρωμένα γόνατα
σκισμένες μασχάλες
και ερωτευμένες γλώσσες της νύχτας;
Μένει ακόμα μια μέρα.
Μια μέρα που όλα μπορούν να συμβούν,
ή να μην συμβούν!

Τετάρτη 6 Ιουνίου 2007

Μέρος της ρήξης εγώ;



Μέρος της ρήξης εγώ;
Το αξίζω;
Μ' αξίζει;
Πόση δύναμη έχουν οι στιγμές;
Πόσο κρατούν τα ωραία;
Ποιός θα σταματήσει τέτοια "έφοδο στον ουρανό";
Πού είμαι εγώ ο περιπατητής με την ψυχή μου παραμάσχαλα;
Ένα κλικ κι ο κόμπος δέθηκε ξανά
Μ' ένα κλικ δε λύνεται
Γιατρειά τα μυστήρια δεν έχουν
Πανδαμάτωρ ο χρόνος
ζητάει κι αυτός μερτικό
αλλά μισές ψυχές δεν συναντιούνται.

Θάρθουν βροχές και χειμώνες,ελπίζεις
Τα μάτια θα μαυρίζουν
το δράμα θα ψάχνει για λύση
κι εσύ όρθιος,απέναντι σε λαιστρυγόνες μνήμες
θα μαρτυρείς, δεμένος, μαρτύριο αλλοτινών οσίων
που απορούν με την άλλη αγιότητα της ζωής
χωρίς να τολμούν να μιλήσουν γι'αμαρτία.

Σάββατο 2 Ιουνίου 2007

Ανοησίες αρχόντων κι αρχομένων


Τα λόγια μου φτωχά
όπως ο θόρυβος του κόσμου.
Ανοησίες αρχόντων κι αρχομένων
ματαιοδοξίες,
για κάποια σελίδα της ιστορίας,
που κανείς δε διδάσκεται απ αυτήν.
Γιατί τόσος κόπος Θεέ μου,
για μια νύχτα που ποτέ δεν ποθήσαμε;

Τετάρτη 30 Μαΐου 2007

οι ψυχές μας εν καμίνω...


Στο πίσω μέρος του τοίχου
μια εικόνα σου κρέμεται
σε βλέπω

έρχομαι πιο κοντά
κι ο τοίχος μακραίνει
όπως στα όνειρα
σε βλέπω

δροσερό αεράκι του καλοκαιριού
φύσηξε
κει στην άκρη του ύπνου αλλά
ακόμη σε βλέπω

να μπαίνεις αργά σε πανάρχαιο φούρνο
την ώρα που ο επιούσιος
φουσκώνει ήσυχα-ήσυχα
χωρίς φώτα και μέταλλα
με τη δική του ευλογία
και τη σιωπή

φοβάμαι τον τοίχο
φοβάμαι ν ανασάνω
φοβάμαι να ξυπνήσω

Ίσως να ζούμε ως εν εσόπτρω
οι φωνές μας εν πνιγμώ,
οι ψυχές μας εν καμίνω...

Ψιθυρίζεις


…Ψιθυρίζεις εντάσεις…

-Ψιθυρίζω ένα ραντεβού στον πλανήτη

της αγιασμένης απ τον έρωτα φύσης.

Δευτέρα 28 Μαΐου 2007

Μην κλείσεις τα μάτια


Δεν θα κρεμάσω τα όνειρα
σε άδεια μανταλάκια.
Θα μείνω απέναντι,
μουρμούρισες και χώθηκες
(πώς να ξεχάσεις τους παλιούς λυγμούς;)
με το άδειο πορτοφόλι της μοίρας,
στους ατέλειωτους στίβους,
πούχουν την άμμο των χειλιών σου
να ψέλνει νύκτα μέρα τον έρωτα,
το χαμένο ευαγγέλιο της φθοράς,
την κίνηση του άλλου,
που αιωνίως θα υπάρχει άλλως,
κόντρα
στις επιθυμίες των πιο πιθανών νεκρών
και των νερών μιας στέρνας
στερημένης,
που ζητιανεύει τα σύννεφα του λίγου.
Όλα γίναν φως,
κι εσύ ακόμα ζητάς να ψαύσεις τύπους,
ήλων καρφωμένων εντός μου,
μια κλωστή απ τα σπλάχνα μου ως τα σύννεφα
η αγάπη μου
και από κάτω εκείνη η στέρνα-τάφος
να περιμένει, να περιμένει,
-ματαίως.

Πέσαν οι ξώβεργες
των μικρών πετεινών του ουρανού
αλλά και των μεγάλων,
της ατίθασης λίμνης των ονείρων.

27-05-07

Πέμπτη 24 Μαΐου 2007

Στη Συναγωγή των Ηλιθίων



Μόνο ο φόβος αντέτεινε η συναγωγή.
Ο φόβος πείθει,διδάσκει,νουθετεί,αλλάζει μυαλά,
ο Θεός - Φόβος.
Σπείρετε τον φόβο και ζητήσετε Λαόν κατακρημνισμένον,
γονυπετή κλαίοντα και εκλιπαρούντα "σωτηρία","έλεος" ή "νίκη".
Διστάζω...
Σ.Η:Φωνές...
Σέβομαι...
Σ.Η:Ύβρεις...
Ελ...
Ελαύνω...
Ελευθώ...
Ρία...
Μόνος Μεγαλείον Μοναξιάς Ταμείον.
Σ.Η:Φωνές...
Χλαμύδες στην πυρά.
Πού θα βρω κοινό τόπο,κοινό τρόπο,για πόσο,για πού,με ποιόν;

Τρίτη 22 Μαΐου 2007

ελάσσων ικέτης

Δεν είμαι εραστής της τελειότητας
αλλά ο ελάσσων ικέτης
του βλέμματος,
της θάλασσας των μικρών ψαριών
που ιππεύουν τη ράχη του κύματος
και γλεντούν διπλά το οξυγόνο

Κάποτε με πέταξαν στη θάλασσα

-Κάποτε με πέταξαν στη θάλασσα!
-Και μετά σε τύλιξαν οι αιώνες;
-Όχι, νύχτωσε-ξημέρωσε, μέρες επτά!
-Και μετά σε ξαναγέννησε ο ύπνος;
-Όχι, απρόθυμος ναυαγός σε κάλυκα έμεινα
Κλειστός, συζητώντας με την κίνηση
-ναι- του αφρού-αυτή την αλλοπρόσαλλη.
-Και μετά, τα χρόνια του επτά, του εικοσιένα, του σαρανταεννέα…
-Αυτή η νύχτα του νου δεν έχει τελειωμό
Μάζεψα φίλους-αιωρούμενες σταγόνες-
Με στιλπνά γοβάκια οι πιο πολλές
Και παίξαμε παιχνίδια με το φως,
Αρραβώνες του σκότους άλλοτε ή πολύχρωμα τόξα της σιωπής
Στις πιο βαθιές εκστάσεις
-Μέσα εσύ, έξω αυτές
-Ξεχάστηκα στην τόση κίνηση,
Πού μυαλά να θυμηθείς τη φυλακή

(μετά την πλάκα του, ο καπετάνιος μάζεψε ξανά τους κάλυκες
-τελικά δεν ήμουν ο μόνος-
περίμεναν κι άλλοι στη σειρά,
άκοντες όλοι).
07-06-2005

Δευτέρα 21 Μαΐου 2007

Όμορφα μάτια

όμορφα μάτια
ψυχής συγκέντρωση

όμορφα μάτια
ανέμου έλευση

όμορφα μάτια
σοφίας εγκώμιον

όμορφα μάτια
νυκτός εγκόλπιον

Άλλη μια αστεία μάχη

Άλλη μια αστεία μάχη
οι μέρες να πολεμάνε μέρες
τα λόγια,λόγια
οι επιθυμίες,επιθυμίες.
Κλείσαμε τα μάτια
σαν μόνη αντίσταση
και φιληθήκαμε.

Κυριακή 20 Μαΐου 2007

Η άλλη αιωνιότητα


Θάλασσες του χειμώνα,
θάλασσές μου,
δεν πρόδωσα τους μοναχικούς μας όρκους,
να, εκείνη η καταιγίδα
με τα φτερά ενός καλοκαιρινού ήλιου,
γέννησε λυγμούς ερωτικούς
σ ένα σώμα,το ξέρετε,
που πάντα διψούσε για λίγη αιωνιότητα,
υγρή και γήινη.

Σάββατο 19 Μαΐου 2007

Ειπώθηκαν όλα

Η πιο ατελής σχέση
μέσα απ την πιο τέλεια επικοινωνία.
Μοιραία κατάληξη χωρίς συνέπειες!

Το βασίλειο της μνήμης και η άσπρη μύγα της σιωπής

Καίει ο ήλιος στο νότο.
Οι μέρες μεγάλες μες στα κόκκινα μεσημέρια,
της θλίψης και του καημού.
Γίνεται αλλιώς;
Πότε φεύγει η επόμενη μνήμη;
ρώτησες στα γκισέ των ζωντανών
και πλήρωσες με ο,τι είχε μείνει
στις τσέπες σου,
λίγη άμμο του χτες,
μια αγκαλιά φως,
κάτι αγαπημένα όνειρα…

Πέμπτη 17 Μαΐου 2007

Ας είναι

Κι όσο βγάζουνε τα μάτια μου φωτιές
με πάθος νικητή
η σιωπή σου στήνει τρόπαια
σ΄όλο μου το είναι.
Αν αυτό δεν είναι παιχνίδι θανάτου
έρωτα θα το πω;

Το απώτερο

Το απώτερο ή την σύμβαση;
Κι αν η σύμβαση είναι θυσία του εγώ
πράξη ταπεινή κι απώτερη;

ΠΩΣ ΘΑΝΑΙ ;

ΠΩΣ ΘΑΝΑΙ
ΈΝΑ ΔΩΜΑΤΙΟ;
ΈΝΑ ΚΡΕΒΑΤΙ
ΈΝΑ ΦΛΥΤΖΑΝΙ ΚΑΦΕ
ΈΝΑ ΤΡΑΠΕΖΙ
ΚΑΙ Η ΕΝ ΑΠΟΥΣΙΑ
ΣΙΩΠΗ ΣΟΥ ΑΠΌ ΓΥΡΩ.

Κάθε βράδυ αγκαλιάζω την πιο κρυφή μου σκέψη

Κάθε βράδυ αγκαλιάζω την πιο κρυφή μου σκέψη

Κάθε βράδυ αγκαλιάζω την πιο κρυφή μου σκέψη
και γέρνω στο κρεββάτι
Δεν έχω μάθει να ονειρεύομαι όπως άλλοι
Απρόσεκτα τσαλακώνω την ιστορία και το μύθο
Αβέβαια βυθίζομαι σε νερά και βούρκους
Όχι δεν ονειρεύομαι
ρουφάω με τα ορθάνοιχτα βρεφικά μου μάτια
τη ζωή που έρχεται
Ρωτάω μ' αφέλεια
και απαντάω με αβεβαιότητα
Πώς αγκαλιάζω τη θύελλα:
Πώς νικώ τους πόνους:
Πώς η ισχύς μου εν ασθενεία τελειούται:
Πώς όλα το πρωί γίνονται έγχρωμα,
βουβά,μακρινά,δυσπρόσιτα:
Πώς πεθαίνουμε τόσο ξύπνιοι:

Ας βρεθούμε ξανά

Ας βρεθούμε ξανά
είπαμε από μέσα μας
και κρατήθηκα απ την άκρη των παπουτσιών σου
μέχρι που έστριψες τη γωνία.
Όταν θέλεις κάτι πολύ
γίνεσαι ή γίνεται φως;
(για να εξηγήσω και ένα όνειρο που με βασανίζει).

Αυτή την ώρα μείνε εικόνα

Αυτή την ώρα μείνε εικόνα
όραμα και στιγμή απέναντι
άφθαστη κι απερινόητη
αποδεκτή,οικεία,μακρινή
ήχος μειλίχιος στ’άδυτά μου
έρωτας ασύντακτος
σ’εποχές μεταλλικές,
δεν θα σ’αρνηθώ
αλλά και δε θα θητεύσω
στη φθορά του χρόνου.

Παρασκευή 27 Απριλίου 2007

ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝ και οι λέξεις του ενός...

ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝ

και οι λέξεις του ενός...

Οι καιροί θ αλλάξουν

όπως άλλαξαν τόσα και τόσα.

Όμως εσύ δε θάσαι εδώ.

Τα πρόσωπα που βλέπεις στο δρόμο-

με τα μικρά τους παραμύθια παραμάσχαλα

και τους δισταγμούς

και το μανίκι του λύκου,

λίγο πιο λύκος ο ένας απ τον άλλο-

έχουν κουβάρι το δρόμο μέσα τους,

ξεχασμένα παιδιά

τσαλακωμένες φωτογραφίες του τότε

μόλις χτεσινές συντροφιές,

δρόμος για τα χαμένα

γιατί πάντα πρέπει να λες:

Πριν 10 χρόνια ήμουν εκεί

Πριν 20 γνώρισα αυτόν

Πριν 30...

Φαντάζομαι να φτάσω

να κουβαλάω τα χρόνια μου λυτρωτικά

με διαδρόμους

στο παιδί

στο γέλιο

στα λάθη

στις οδυνηρές μνήμες

στον έρωτα

όχι μαρτυρικά.

Θ αλλάξει ο κόσμος.

11/9/1993

ΩΡΕΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΘΕΩΝ

Ώρες αρχαίων θεών

Με τη θωριά του ανέμου και της ομορφιάς των λιμνών

Τυλίξτε με τώρα και λύστε τα μέλη μου

Που στα ανθρώπινα μέτρα αναστενάζουν.

Τρίτη 24 Απριλίου 2007

Πέρα απ τη μία λεύκα

Πέρα,

απ τη μία λεύκα

τη σκοτεινή θάλασσα

οι αναμνήσεις του καλοκαιριού

που θάρχονται αιώνες μετά

να με κρατάνε ξύπνιο,όπως τώρα,

σ εκείνο το έρεβος τα ουρανού

που απελπισμένα όλοι θα ψάχνουμε

μια σταγόνα φως

μια μπύρα κι ένα τσιγάρο

ένα λόγο γεμάτο μάτια και χείλη

στιγμές αιώνιες

πεινασμένες και κάθιδρες

στη ράχη πάντα του φεγγαριού

κρυμμένου πίσω από μία λεύκα

μια θάλασσα σκοτεινή

μια ανάσα για ζωή

πριν την αυγή.


Παρασκευή 20 Απριλίου 2007

Ναυαγός σε κάλυκα

-Κάποτε με πέταξαν στη θάλασσα!

-Και μετά σε τύλιξαν οι αιώνες;

-Όχι, νύχτωσε-ξημέρωσε, μέρες επτά!

-Και μετά σε ξαναγέννησε ο ύπνος;

-Όχι, απρόθυμος ναυαγός σε κάλυκα έμεινα

Κλειστός, συζητώντας με την κίνηση

-ναι- του αφρού-αυτή την αλλοπρόσαλλη.

-Και μετά, τα χρόνια του επτά, του εικοσιένα, του σαρανταεννέα…

-Αυτή η νύχτα του νου δεν έχει τελειωμό

Μάζεψα φίλους-αιωρούμενες σταγόνες-

Με στιλπνά γοβάκια οι πιο πολλές

Και παίξαμε παιχνίδια με το φως,

Αρραβώνες του σκότους άλλοτε ή πολύχρωμα τόξα της σιωπής

Στις πιο βαθιές εκστάσεις

-Μέσα εσύ, έξω αυτές

-Ξεχάστηκα στην τόση κίνηση,

Πού μυαλά να θυμηθείς τη φυλακή

(μετά την πλάκα του, ο καπετάνιος μάζεψε ξανά τους κάλυκες

-τελικά δεν ήμουν ο μόνος-

περίμεναν κι άλλοι στη σειρά,

άκοντες όλοι).

07-06-2005